Υπάρχουν φάσεις στις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, που ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά τους είναι η αμφισημία. Σε μια περίοδο έντασης των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων και όξυνσης της πόλωσης, η διαταραχή που επέρχεται στην ισορροπία του συστήματος είναι δυνατόν να οδηγήσει σε διαμετρικά αντίθετες καταστάσεις: Είτε στην ανατροπή του είτε στην αναδιοργάνωση και εμπέδωσή του.
Αυτή η αντιδιαμετρική αντίθεση ανάμεσα στις κύριες μελλοντικές, δυνητικές (πιθανές ή πιθανολογούμενες) απολήξεις των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων είναι που προσδίδει το χαρακτηριστικό της αμφισημίας στη συγκεκριμένη φάση.
Παρόμοια φάση είναι και αυτή που διανύουμε. Το πολιτικό σύστημα με το οποίο κυβερνήθηκε η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες εξαντλεί τα όριά του. Κρίση εκπροσώπησης διαπερνά όλους τους κοινωνικούς και πολιτικούς χώρους. Στερεύει η δεξαμενή του πολιτικού προσωπικού, που η αναπαραγωγή του αποτελεί όρο για τη συνέχιση της διαμεσολάβησης των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης και των μερίδων της. Η σύγχυση, που επικρατεί στην κατακερματισμένη και αμφιλεγόμενη Κεντροαριστερά, αλλά και τα οξύτατα εσωτερικά προβλήματα της Ν.Δ., είναι αψευδές τεκμήριο της οριακής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει το σύστημα διακυβέρνησης.
Η κυρίαρχη τάξη αναζητεί νέο "παράδειγμα" οργάνωσης της εξουσίας της (παράδειγμα με την έννοια που χρησιμοποιείται ο όρος και στις κοινωνικές επιστήμες). Στην κοινωνική καταστροφή που επιφέρει ο νεοφιλελευθερισμός έρχεται να προστεθεί η διάβρωση του αστικού κράτους δικαίου από την επέλαση ενός νέου αυταρχισμού. Τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση της οικονομίας, που αποτέλεσε πολιτική επιλογή της κυρίαρχης τάξης στο πεδίο της αναμέτρησής της με τη δομική κρίση συσσώρευσης, συμπληρώνει η εξάρθρωση των θεσμών του κράτους, δικαιικών, διοικητικών και κοινωνικών (κράτος προνοίας).
Στη χώρα μας η παθογένεια του συστήματος και οι πολιτικές της κυρίαρχης τάξης που το διαμόρφωσε και το στηρίζει βρίσκουν απέναντί τους μια ισχυρή αντίρροπη δύναμη: την Αριστερά, με το σημαντικό ιστορικό βάθος που διαθέτει στην Ελλάδα, το οποίο άλλοτε αξιοποιείται για να διαδραματίσει αυτή κεντρικό, ηγεμονικό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή (Κατοχή, ΕΑΜ) και άλλοτε περιορίζεται στη δημιουργία ενός διαχρονικού δυναμικού αντίστασης και πάλης (μετεμφυλιακή περίοδος, ΕΔΑ), που επιφέρει όμως μεταβολές στους συσχετισμούς ισχύος.
Αυτό το δυναμικό επιτρέπει την προσδοκία μιας αίσιας έκβασης, που θα άρει την αμφισημία. Η ανατροπή δεν αποτελεί απλό σύνθημα. Είναι εφικτή. Με την προϋπόθεση ότι ο "εν δυνάμει" κοινωνικός συντελεστής μιας αίσιας έκβασης θα αντιστοιχηθεί με το απαιτούμενο "εν τοις πράγμασι" πολιτικό υποκείμενο: τον πολιτικό σχηματισμό που είναι ικανός να συναρθρώσει τις ετερογενείς δυνάμεις, τους διάσπαρτους κοινωνικούς πυρήνες αντίστασης, να τις συντάξει και να τις οδηγήσει πολιτικά και ιδεολογικά στην κατεύθυνση ενός νικηφόρου αγώνα.
Τον ρόλο αυτόν καλείται να επιτελέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, το ενιαίο κόμμα της ριζοσπαστικής, εναλλακτικής Αριστεράς που οι επίμονες αναφορές του στα κοινωνικά κινήματα και στην αναζήτηση των νέων τρόπων, μέσων και μορφών συνδέσεων με την κοινωνία δεν αναιρούν την αναγκαιότητα του ιδιαίτερου αυτού ρόλου.
Οι επιτυχείς εκλογικές αναμετρήσεις δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει στον δρόμο της ανάληψης ενός παρόμοιου ρόλου. Τα θετικά εκλογικά αποτελέσματα είναι ο καρπός συλλογικών προσπαθειών μεγάλης εμβέλειας. Στον αναβαθμό των αποτελεσμάτων στηρίζεται ο επόμενος αναβαθμός -η διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας. Που για να είναι αποτελεσματική έχει ανάγκη από την αυτοδυναμία, από την καθαρή εντολή του εκλογικού σώματος, χωρίς την οποία είναι ορατός ο μεγάλος κίνδυνος εξαρτήσεων που θα μπορούν να ωθήσουν σε μια επιστροφή στο παρελθόν. Πρόγευση του κινδύνου αποκτούμε ήδη με τις διάπυρες εκκλήσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ να δείξει "ρεαλισμό" και "προσαρμοστικότητα", για να γίνει "χαλίφης στη θέση του χαλίφη" -εξέλιξη που θα μείωνε για τους αντιπάλους του την "επικινδυνότητά" του στο πεδίο της διακυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αλώβητος από τη γενικότερη κρίση εκπροσώπησης. Η ανάδυσή του μέσα από τη σύμπραξη ενός κόμματος του ΣΥΝ, με διάφορες ιδεολογικές και πολιτικές ομαδώσεις, δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί σε συγκροτημένο, ενιαίο κοινωνικό - πολιτικό φορέα και η καθυστέρηση δείχνει τις δυσκολίες του όλου εγχειρήματος. Οι σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνική διαστρωμάτωση δεν έχουν αποσαφηνισθεί. Εξακολουθεί να βρίσκεται στο στάδιο της διαμόρφωσής τους, που συντελείται με εμπειρικό, ακτιβιστικό τρόπο. Το γεγονός αντανακλάται στις απώλειες που εμφάνισε, παρά τα πρωτεία του, στις τελευταίες εκλογές.
Το προγραμματικό "έλλειμμα" του ΣΥΡΙΖΑ είναι σε μεγάλο βαθμό επικοινωνιακή επινόηση των αντιπάλων του. Υπάρχει όμως ένα πραγματικό έλλειμμα στις σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με τη χωρισμένη σε τάξεις κοινωνία, σχέσεις που δεν έχουν "ταυτοποιηθεί" και που είναι ισχνές, αναιμικές. Οι αδυναμίες του ενιαίου φορέα είναι προϊόν του τρόπου σύστασής του, αλλά και ορισμένων επιλογών της πολιτικής του. Η εμπειρία από τον ΣΥΝ και από τις συνέπειες του αμφίσημου χαρακτήρα του ως κόμματος πολιτικής και όχι ιδεολογικής ενότητας, καθώς και από τη λειτουργία των τάσεων, δεν αξιοποιήθηκε για να προφυλάξει τον ΣΥΡΙΖΑ. Και η υστέρηση στη διαμόρφωση μιας συγκροτημένης πολιτικής του για τις συμμαχίες αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξή του.
Αναμφισβήτητα η σύναψη συμμαχιών και η προσπάθεια συνεχούς διεύρυνσής τους είναι βασική προτεραιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε ποια όμως κατεύθυνση και με ποια ακριβώς στόχευση; Πρόκειται για ένα καίριας σημασίας ερώτημα, που ακόμα δεν έχει απαντηθεί. Είναι αποπροσανατολιστική για τον ΣΥΡΙΖΑ η αντιμετώπιση του προβλήματος ως ζητήματος αναζήτησης συμμαχιών με τη μεθοδολογία της προσέλκυσης, από τους κόλπους του αποσυντεθειμένου πολιτικού προσωπικού, παραγόντων και προσωπικοτήτων "σεσημασμένων" ως μέρους του συστήματος διακυβέρνησης.
Οι συντεταγμένες του πεδίου αναμέτρησης του ΣΥΡΙΖΑ με τις αντίπαλες δυνάμεις δεν ορίζονται από την αντιπαράθεση "μνημονιακών" και "αντιμνημονιακών", αλλά από τη βαθύτερη σύγκρουση που διεξάγεται μέσα στο ίδιο το φθαρμένο και εξαντλημένο αυτό σύστημα, εναντίον του οποίου έχει στραφεί πλέον ανοιχτά ευρύτατο φάσμα κοινωνικών τάξεων, στρωμάτων και κατηγοριών. Το στίγμα που προσέδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ οι έως τώρα αγώνες του και η εν γένει πολιτική του, στο οποίο οφείλεται η υψηλή "εκτίναξη" της εμβέλειάς του, είναι το στίγμα της κυριότερης αντισυστημικής δύναμης.
Η πολιτική των συμμαχιών του δεν μπορεί να εκπέμπει διαφορετικά μηνύματα, που ενδέχεται να εκλαμβάνονται από τους ευαίσθητους και καχύποπτους παραλήπτες τους ως ένδειξη ή ακόμη και ως πιστοποίηση μια ομοιότητάς του με τις άλλες πολιτικές, συστημικές δυνάμεις. Η βαρύτερη "εν δυνάμει" κατηγορία, που θα μπορούσε να προσαφθεί στον ΣΥΡΙΖΑ καθιστώντας τον ευάλωτο, είναι η κατηγορία ότι αποτελεί "μία από τα ίδια".
Εδώ ανακύπτει η ανάγκη "αλλαγής παραδείγματος" από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ανάγκη συμμετρική με την αντίστοιχη αλλαγή που ήδη κυοφορείται μέσα στους κόλπους του συστήματος. Ανάγκη όμως που δεν διατρέχει τον "τροπισμό" μόνο της διακυβέρνησης και το θεσμικό πλέγμα, αλλά αφορά κυρίως την προβολή ενός νέου "παραδείγματος" του ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικού υποκειμένου, ικανού να εκπροσωπήσει και να οργανώσει το συγκεκριμένο κοινωνικό πολιτικό "ακροατήριό" του. Ένα ακροατήριο που δεν θα είναι "χυλός", αλλά θα συντίθεται από ορισμένες υποτελείς κοινωνικές τάξεις και υποτελή κοινωνικά στρώματα: μισθωτούς, ανέργους, νέους, μικρούς και μεσαίους αγρότες, παραδοσιακούς και μη μικροαστούς και μεσαίους αστούς ακόμη, που "ξεπέφτουν" καθώς αλέθονται από τις μυλόπετρες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και της κρίσης.
Αυτοί αποτελούν τους κοινωνικούς και πολιτικούς προνομιακούς αποδέκτες της απεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτών την εμπιστοσύνη οφείλει να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ με τη διαμόρφωση των κατάλληλων αξόνων στα πεδία των προγραμματικών του δεσμεύσεων, της οργανωτικής πολιτικής του, της άρθρωσης του πολιτικού του λόγου. Για τη βαθύτερη ένταξη του ΣΥΡΙΖΑ στο κοινωνικό γίγνεσθαι, με την ανάλογη σηματοδότηση του ενδιαφέροντός του για τους κοινωνικά αδύναμους. Με την ανάδειξη του προτάγματος της αναδιανομής του πλούτου και της εξουσίας. "Να πληρώσουν οι πλούσιοι" για την κρίση!